ΕΙΣΑΓΩΓΗ/ΣΚΟΠΟΣ: Οι φαιοί όγκοι (brown tumors) είναι καλοήθεις οστικές βλάβες που οφείλονται σε έντονη οστεοκλαστική δραστηριότητα, συχνά λόγω υπερπαραθυρεοειδισμού. Αποτελούνται από συνδετικό ιστό και πωρώδες οστό. Μπορούν να εμφανιστούν σε οποιοδήποτε οστό και συχνά διασπούν το περιόστεο, προκαλώντας οστικό πόνο. Το χαρακτηριστικό καφεοειδές χρώμα οφείλεται στην εναπόθεση αιμοσιδηρίνης στις οστεολυτικές βλάβες. Ιστολογικά προσομοιάζουν με τους γιγαντοκυτταρικούς όγκους, ενώ ακτινολογικά χαρακτηρίζονται ως ακτινοδιαυγαστικές οστικές βλάβες. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ: Ασθενής 55 ετών με ιστορικό δευτεροπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού, αρτηριακής υπέρτασης και αδενώματος των επινεφριδίων προσήλθε με πόνο από τριμήνου στο έξω διαμέρισμα του γόνατος. Από τον ακτινολογικό έλεγχο διαπιστώθηκε ακτινοδιαυγαστική βλάβη στον αυχένα της περόνης και από τις εργαστηριακές εξετάσεις χαμηλό επίπεδο παραθορμόνης. Διενεργήθηκε μαγνητική τομογραφία, η οποία ανέδειξε συμπαγές μόρφωμα που δεν διηθούσε τους πέριξ ιστούς και σπινθηρογράφημα των οστών το οποίο έδειξε αυξημένη τοπικά καθήλωση του ραδιοϊσοτόπου. Αποφασίστηκε παρακολούθηση και επανέλεγχος σε 6 εβδομάδες. Στον επανέλεγχο, η παραθορμόνη του ασθενούς ξεπερνούσε τα φυσιολογικά όρια, ενώ δεν υπήρξε ύφεση των συμπτωμάτων. Με την εικόνα καλοήθους βλάβης αποφασίστηκε απόξεση και ιστολογικός έλεγχος. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η ιστολογική εξέταση έδειξε ρομβοειδή και ωοειδή κύτταρα, όμοια με ινοβλάστες, πολυπυρηνικά γιγαντοκύτταρα και υποκυτταρικές εστίες κολλαγόνου, τα οποία είναι συμβατά με τη διάγνωση του φαιού όγκου του υπερπαραθυρεοειδισμού. Δεν παρατηρήθηκε μιτωτική δραστηριότητα. Από τον ανοσοχημικό έλεγχο παρουσιάστηκαν έντονη έκφραση KP1 αντισώματος και λυσοζύμης γύρω από τις υποκυτταρικές εστίες. Ο ασθενής έλαβε θεραπεία για τον υπερπαραθυρεοειδισμό (βιταμίνη D) και απεικονιστική παρακολούθηση. Στην τελευταία επανεξέταση, 5 έτη μετά τη διάγνωση και θεραπεία, η βλάβη έχει πωρωθεί και ο ασθενής είναι ασυμπτωματικός. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Ο φαιός όγκος είναι καλοήθεις οστικές βλάβες που συνδέονται με τον υπερπαραθυρεοειδισμό. Η διάγνωση τίθεται με ιστολογικό και ανοσοχημικό έλεγχο και η θεραπεία είναι η θεραπεία του υπερπαραθυρεοειδισμού.

Abstract ID
ΑΑ080

Συγγραφέας