Εισαγωγή: Ο ρόλος της βιοψίας με ERCP είναι η διάγνωση κακοήθειας στα εξωηπατικά χοληφόρα, πάγκρεας και φύμα Vater. Όμως, η ευαισθησία της μεθόδου κυμαίνεται σε 8-67%, γεγονός που οδηγεί σε επαναλαμβανόμενες λήψεις βιοψιών, καθυστέρηση της διάγνωσης και θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Σκοπός της μελέτης: Καταγραφή των βιοψιών με ERCP στο τμήμα μας, μελέτη επιδημιολογικών και ιστοπαθολογικών ευρημάτων και σύγκριση με βιβλιογραφικά δεδομένα.
Υλικό και Μέθοδοι: Από το αρχείο μας αναζητήθηκαν βιοψιακά υλικά που ελήφθησαν με ERCP την τελευταία πενταετία. Μελετήθηκαν το φύλο, η ηλικία, η θέση λήψεως της βιοψίας και τα ιστολογικά ευρήματα.
Αποτελέσματα: Βρέθηκαν 40 περιστατικά, 23 άνδρες και 17 γυναίκες, με εύρος ηλικίας 39- 92 έτη, μέση ηλικία 68 έτη. 22 ελήφθησαν από τα εξωηπατικά χοληφόρα, 17 από φύμα Vater και ένα από τον παγκρεατικό πόρο. Από αυτά από τα εξωηπατικά χοληφόρα, 6 αφορούσαν σε αδενοκαρκίνωμα χοληφόρων, 13 εμφάνιζαν φλεγμονώδεις διηθήσεις, 2 εμφάνιζαν επιθηλιακή δυσπλασία του επιθηλίου και 1 αφορούσε σε μετάσταση από νεφροκυτταρικό καρκίνωμα. Από αυτά του φύματος Vater, 6 αφορούσαν σε αδενοκαρκίνωμα χοληφόρων/παγκρέατος, 10 εμφάνιζαν φλεγμονώδεις διηθήσεις, και 1 σε μετάσταση από μελάνωμα. Σε αυτό από τον παγκρεατικό πόρο η διαφορική διάγνωση ήταν μεταξύ κυστικού νεοπλάσματος παγκρέατος και χαμηλόβαθμης ενδοεπιθηλιακής νεοπλασίας (PanIN).
Συμπεράσματα: Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι η πλειοψηφία των διαγνώσεων είναι αρνητική για κακοήθεια. Η λήψη επαρκούς δείγματος ιστού κρίνεται απαραίτητη για την τεκμηρίωση της παρουσίας κακοήθειας, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα.
- 39 προβολές