EΙΣΑΓΩΓΗ: Η αναζωπύρωση του Epstein-Barr (EBV) μετά από αλλογενή μεταμόσχευση αιμοποιητικών κυττάρων (allo-HCT) οδηγεί σε επικίνδυνη για τη ζωή λεμφοϋπερπλαστική νόσο(PTLD). Η τακτική παρακολούθηση του ιικού φορτίου σε ασθενείς υψηλού κινδύνου και η προληπτική χρήση του Rituximab βελτίωσε την έκβαση της EBV λοίμωξης. Η εξάπλωση, ωστόσο, των εναλλακτικών μεταμοσχεύσεων αυξάνει την πιθανότατα PTLD. ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: Μελετήσαμε αναδρομικά την αναζωπύρωση του EBV σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε allo-HCT μεταξύ 2007-2019, όταν χορηγούνταν προληπτικά Rituximab. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ: Αναζωπύρωση EBV θεωρήθηκε φορτίο>8500 γονιδιακά ισοδύναμα(VGC)/ml σε ολικό αίμα με RQ-PCR. Rituximab χορηγήθηκε κατά τη γνώμη του θεράποντα. Μη ανιχνεύσιμο φορτίο αντιστοιχούσε σε λύση της λοίμωξης. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Μεταξύ 546 μεταμοσχευμένων, αναζωπύρωση EBV έγινε σε 100 ασθενείς, με αιματολογική κακοήθεια(98) ή απλαστική αναιμία(2) που έλαβαν μόσχευμα από συμβατό αδελφό(23), εθελοντή(70) ή απλοταυτόσημο δότη(12). Η απλοταυτόσημη μεταμόσχευση ήταν συχνότερη μεταξύ ασθενών με EBV αναζωπύρωση σε σχέση με το σύνολο των μεταμοσχεύσεων(12% vs 6%, p<0.001). Ογδόντα-οκτώ ασθενείς έλαβαν μυελοαφανιστικό και 12/100 μειωμένης έντασης προπαρασκευαστικό σχήμα. Συνολικά, η αναζωπύρωση EBV έγινε σε 65(20-2970) μέρες μετά τη μεταμόσχευση με διάμεσο φορτίο 26100(8690-2670000)VGC/ml. Rituximab χορηγήθηκε σε 74 ασθενείς εντός 4 ημερών(3-158). Οι περισσότεροι (63/74) ασθενείς αρνητικοποίησαν το φορτίο μετά από ένα κύκλο. O αριθμός χορήγησης Rituximab (διάμεσο 1, εύρος 0-3) δεν σχετίστηκε με την έκβαση. Υποτροπή της λοίμωξης σημειώθηκε σε 13/100 ασθενείς, ιδίως μετά από καθυστερημένη αρνητικοποίηση του φορτίου (27 vs 14 μέρες σε ασθενείς που δεν υποτροπίασαν, p<0.01). Καθυστερημένη ουδετεροπενία μετά Rituximab σημειώθηκε σε 16/74 ασθενείς και σχετίστηκε με υψηλότερα φορτία. Σημαντικά υψηλότερα φορτία παρατηρήθηκαν σε ασθενείς που έλαβαν ATG (44550 vs 20000 VGC/ml) ή είχαν απλοταυτόσημο δότη(60800 vs 22750 VGC/ml). Σαράντα επτά ασθενείς υπέφεραν από ταυτόχρονη CMV λοίμωξη. Όσοι έλαβαν ταυτόχρονα προληπτική αντι-CMV θεραπεία παρουσίασαν καθυστερημένη ίαση της EBV αναζωπύρωσης, πιθανώς λόγω μεγαλύτερης ανοσοκαταστολής. Πέντε ασθενείς (δύο με απλοταυτόσημο και 3 με εθελοντή δότη) παρουσίασαν PTLD 41 μέρες μετά τη μεταμόσχευση. Η ROC curve ανάλυση ανέδειξε τα 67150 VGC/ml ως cut off που προβλέπει PLTD με 80% ευαισθησία και ειδικότητα. Η επιβίωση χωρίς νόσο (relapse free survival,RFS), η ολική επιβίωση (overall survival, OS) και η θνητότητα σχετιζόμενη τη νόσο (treatment-related mortality,TRM) ήταν παρόμοια ανεξαρτήτως του ιϊκού φορτίου ή της εμφάνισης PTLD [4-έτη RFS 32.2%, 4-έτη OS 48.1% με διάμεση παρακολούθηση 29 μήνες (4-216)]. Η χορήγηση ATG και η χρόνια GVHD σχετίστηκαν με την OS στην πολυπαραγοντική ανάλυση (p<0.05). Ο ATG, η χρόνια GVHD και η ηλικία σχετίστηκαν με υψηλότερη TRM (HR: 0.1, 1.16, 1.03, 95%CI: 0.15-0.5, 0.008-1.16, 1.007-1.05, αντίστοιχα, p<0.05). Τάση για υψηλότερη TRM παρατηρήθηκε μεταξύ ασθενών με EBV>50000VGC/ml. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: H τακτική παρακολούθηση και η προληπτική χορήγηση Rituximab είναι αποτελεσματική για την πρόληψη επιπλοκών σχετιζόμενων με τον EBV. Η σοβαρότητα της EBV λοίμωξης δεν σχετίστηκε με τις RFS και OS. Χρήσιμο για την πρόληψη της PTLD αναδείχτηκε το cut off των 67150 VGC/ml, με ευαισθησία και ειδικότητα 80%. Η διεύρυνση της χρήσης των εναλλακτικών μεταμοσχεύσεων, ωστόσο, απαιτεί μία αποτελεσματικότερη θεραπευτική στρατηγική πιθανώς τη χρήση αντιικών κυτταροτοξικών σειρών σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς.

Abstract ID
071

Συγγραφέας