EΙΣΑΓΩΓΗ: Οι νεότερες θεραπείες εφόδου έχουν βελτιώσει την ανταπόκριση και την έκβαση του Πολλαπλού Μυελώματος (ΠΜ). Η αποτελεσματικότητα και ο προγνωστικός ρόλος του είδους της θεραπείας 2ης γραμμής στην συνολική επιβίωση (ΣΕ), εκτός κλινικών μελετών δεν έχει μελετηθεί αρκετά. ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: Σκοπός μας ήταν η σύγκριση της αποτελεσματικότητας των θεραπευτικών σχημάτων 2ης γραμμής και η διερεύνηση του προγνωστικού τους ρόλου στην ΣΕ συγκριτικά με την αρχική θεραπεία και σημαντικούς προγνωστικούς παράγοντες. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ: Αναλύθηκαν 300 ασθενείς με ΠΜ (Α/Γ:154/146, διάμεση ηλικία διάγνωσης: 67, εύρος: 38-88, IgG: 160. IgA: 88, ελαφρών αλύσεων: 38, μη εκκριτικό: 13, IgD: 1), οι οποίοι έλαβαν θεραπεία 2ης γραμμής και είχαν μακρά παρακολούθηση. Οι 128 έλαβαν λεναλιδομίδη-δεξαμεθαζόνη (ΛΔ) (ομάδα 1, ν=82) ή νεότερες τριπλέτες με βάση την ΛΔ (ομάδα 2, ν=46), όπως ιξαζομίδη-ΛΔ (ν=17), καρφιλζομίδη-ΛΔ (ν=14) ή δαρατουμουμάμπη-ΛΔ (ν=15). Η ομάδα 3, (ν=172) έλαβε συνδυασμούς θαλιδομίδης (ν=62), βορτεζομίδης (ν=68), ή συμβατική θεραπεία (ν=42). Οι ομάδες συγκρίθηκαν ως προς την ηλικία, τον διεθνή προγνωστικό δείκτη (ΙSS), τον αναθεωρημένο ISS (RISS), το ρυθμό σπειραματικής διήθησης (eGFR-CKD-EPI), τη β2 μικροσφαιρίνη (β2Μ), τη γαλακτική δευδρογενάση (LDH), το είδος της θεραπείας εφόδου και την ανταπόκριση σ’ αυτήν (Pearson’s x2 test, Mann-Whitney-U test και One-Way ANOVA). Οι προγνωστικοί παράγοντες εκτιμήθηκαν με cox regression.Το διάστημα ελεύθερο νόσου (ΕΝΔ) μετά την θεραπεία 2ης γραμμής και η ΣΕ, απεικονίστηκαν με Kaplan-Meier. Ως στατιστικά σημαντικό ορίσθηκε το p<0.05. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Κατά τη διάγνωση, οι ασθενείς της ομάδας 3 είχαν συχνότερα προχωρημένο στάδιο (ISS3/RISS3) και παθολογική LDH· δεν υπήρχε διαφορά ανάμεσα στις ομάδες ως προς ηλικία, β2Μ και eGFR. Νέοι παράγοντες στην έφοδο χορηγήθηκαν ως ακολούθως: ομάδα 1: 78%, ομάδα 2: 98%, ομάδα 3: 43% (p<0.001)· μεταμόσχευση περιφερικών στελεχιαίων κυττάρων (ΜΠΣΚ) έλαβαν: ομάδα 2=52%, ομάδα 1=19%, ομάδα 3=14%, p<0.001). Η ποιότητα και τα ποσοστά ανταπόκρισης στη αρχική θεραπεία δεν διέφεραν ανάμεσα στις 3 ομάδες (p>0.05). Μετά τη θεραπεία 2ης γραμμής, οι ασθενείς της ομάδας 2 είχαν υψηλότερα ποσοστά πλήρους ύφεσης (ΠΥ) (p<0.001). Με διάμεση παρακολούθηση από την έναρξη της θεραπείας 2ης γραμμής τα 6,8 έτη (5,5-8,1), το ΕΝΔ για την ομάδα 1, 2, και 3 ήταν 14, 17 και 11 μήνες, αντίστοιχα (p=0.04). Η μονοπαραγοντική ανάλυση ανέδειξε τον RISS, το eGFR, την ΜΠΣΚ και το είδος της θεραπείας 2ης γραμμής ως ανεξάρτητους προγνωστικούς παράγοντες ΣΕ (p<0.05). Η θεραπεία 1η γραμμής, η ηλικία, η LDH και η β2Μ δεν ήταν στατιστικά σημαντικά. Στην πολυπαραγοντική ανάλυση, το είδος της θεραπείας 2ης γραμμής, ο RISS και o eGFR ήταν ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες ΣΕ. Με διάμεση παρακολούθηση από τη διάγνωση τα 10 έτη (95% CI: 7-12) η διάμεση ΣΕ για τις ομάδες 1 και 3, ήταν 68 και 43 μήνες, ενώ για την ομάδα 2 δεν έχει ακόμα επιτευχθεί (p<0.001). ενώ η 3-ετής ΣΕ μετά την έναρξη της θεραπείας 2ης γραμμής ήταν αντίστοιχα 41%, 31% και 71%, (p=0.001). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Οι τριπλέτες με βάση την ΛΔ είναι πιο αποτελεσματικές στην κλινική πράξη των άλλων θεραπειών 2ης γραμμής. Σε σύγκριση με την αρχική θεραπεία, το είδος της θεραπείας 2ης γραμμής αποτελεί ισχυρότερο προγνωστικό παράγοντα ΣΕ, υπογραμμίζοντας τη δυνατότητα «διάσωσης» των ασθενών με ΠΜ πέραν της 1ης γραμμής.

Abstract ID
107

Συγγραφέας