Εισαγωγή/Σκοπός: Η εφαρμογή της ανοσοθεραπείας σε ασθενείς με ηπατοκυτταρικό καρκίνο (ΗΚΚ) έχει οδηγήσει σε βελτίωση του προσδόκιμου επιβίωσης και της ποιότητας ζωής των ασθενών, κυρίως στα προχωρημένα στάδια. Σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η καταγραφή της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας των σχημάτων ανοσοθεραπείας σε ασθενείς με προχωρημένο ΗΚΚ από ένα κέντρο αναφοράς.

Μέθοδοι: Μελετήθηκαν αναδρομικά όλοι οι ασθενείς με ΗΚΚ που έλαβαν κατά την τελευταία τετραετία (2021-2024) σχήματα ανοσοθεραπείας στην 1η γραμμή θεραπείας με βάση τις σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες [Atezolizumab-Bevacizumab (ΑΒ) ή STRIDE). Καταγράφηκαν τα επιδημιολογικά και κλινικά χαρακτηριστικά των ασθενών, καθώς επίσης και η αποτελεσματικότητα/ασφάλεια των θεραπειών που χορηγήθηκαν.

Αποτελέσματα: Συνολικά 86 ασθενείς έλαβαν σχήματα ανοσοθεραπείας (69 ΑΒ, 17 STRIDE). Το διάμεσο διάστημα παρακολούθησης ήταν 8 μήνες (ΑΒ: 10 μήνες, STRIDE: 6 μήνες). Στο σύνολο των ασθενών, 70 ήταν άνδρες (81.4%), η μέση ηλικία ήταν 67.8 έτη, το μέσο BMI ήταν 26.9, 49 είχαν κίρρωση (57%), 35 είχαν ιογενή αιτιολογία (40.7%), 28 είχαν διαβήτη (32.6%), 25 είχαν κιρσούς οισοφάγου (29.1%), 45 ασθενείς είχαν ALBI-I (52.3%) και 40 ALBI-II (46.5%). Από τους κιρρωτικούς ασθενείς, οι 39 ήταν CPT-A (79.6%) και οι υπόλοιποι CPT-B7. Συνολικά, οι 49 ασθενείς ήταν BCLC-C (57%), 34 BCLC-Β (39.5%) και 3 BCLC-A (3.5%). Από τους BCLC-C ασθενείς, 28 είχαν μακροαγγειακή διήθηση (57.1%) και 26 εξωηπατική νόσο (53.1%). Συνολικά, 46 ασθενείς (53.5%) είχαν λάβει προηγούμενη τοπικοπεριοχική/χειρουργική θεραπεία πριν την έναρξη της ανοσοθεραπείας (17 ηπατεκτομή, 22 καυτηριασμός, 33 χημειοεμβολισμός). Η διάμεση συνολική επιβίωση (OS) των ασθενών στο σύνολό τους ήταν 8 μήνες και η διάμεση επιβίωση χωρίς υποτροπή (PFS) ήταν 8 μήνες. Οι κιρρωτικοί ασθενείς εμφάνισαν σημαντικά χειρότερο OS συγκριτικά με τους μη κιρρωτικούς ασθενείς (6 έναντι 29 μηνών, p<0.001) και PFS (5 έναντι 14 μηνών, p=0.05). Οι ασθενείς που έλαβαν STRIDE ήταν συχνότερα κιρρωτικοί συγκριτικά με αυτούς που έλαβαν ΑΒ (88.2% έναντι 49.3%, p=0.004) και σπανιότερα BCLC-C (35.3% έναντι 62.3%, p<0.001), ενώ μεταξύ των δύο θεραπειών παρατηρήθηκαν παρόμοια ποσοστά αντικειμενικής ανταπόκρισης (17.6% έναντι 17.4%, p=0.980). Συνολικά, 68 ασθενείς (79%) εμφάνισαν κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια (grade 1/2: 74.4%, grade 3: 13.5%, grade 4: 12.1%). Στους ασθενείς που έλαβαν AB οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν η υπέρταση (31.9%), ο υποθυρεοειδισμός (30.4%), η μη γαστρεντερική αιμορραγία (24.6%), η οξεία νεφρική βλάβη (15.9%) και η λευκωματουρία (14.5%), ενώ στη θεραπεία με STRIDE οι συχνότερες ήταν ο κνησμός/εξάνθημα (47.1%), η διάρροια (23.5%), ο υποθυρεοειδισμός (17.6%) και η οξεία νεφρική βλάβη (17.6%). Από τους κιρρωτικούς ασθενείς, οι 11 (22.4%) εμφάνισαν ρήξη της αντιρρόπησης κατά τη διάρκεια της θεραπείας (9 υπό ΑΒ και 2 υπό STRIDE).

Συμπεράσματα: Η ανοσοθεραπεία (AB ή STRIDE) σε ασθενείς ενδιάμεσου/προχωρημένου ΗΚΚ με δεδομένα καθημερινής κλινικής πρακτικής οδηγεί σε μεγάλες επιβιώσεις συγκρίσιμες με τις εγκριτικές μελέτες, κυρίως σε μη κιρρωτικούς ασθενείς, ενώ φαίνεται να αποτελεί και μια ασφαλή πρακτική χωρίς σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες. Το προφίλ ασφάλειας των θεραπειών αυτών μπορεί να καθοδηγήσει τους κλινικούς ιατρούς όσον αφορά στην επιλογή της κατάλληλης θεραπείας με βάση τα κλινικά χαρακτηριστικά των ασθενών.

Abstract ID
EP49

Συγγραφέας