Εισαγωγή: Η νευρική ανορεξία σχετίζεται με μία πληθώρα επιπλοκών, που αποδίδονται στη μειωμένη θερμιδική πρόσληψη και την απώλεια βάρους. Πρόκειται για μία από τις πιο θανατηφόρες ψυχιατρικές νόσους, με τη θνητότητα αυτών των ασθενών σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό να είναι 5-10 φορές μεγαλύτερη.

Μέθοδοι: Καταγραφή και ανάλυση περιστατικού με νευρική ανορεξία, που εισήχθη με εικόνα ηπατικής και καρδιακής ανεπάρκειας.

Σκοπός: Η παρουσίαση ενός 20χρονου καχεκτικού ασθενούς, που προσήλθε λόγω ανεύρεσης τρανσαμινασαιμίας (AST/ALT: 1105/1721U/L), και ο οποίος από διμήνου ελάμβανε σκευάσματα κρεατίνης και πρωτεΐνης και γυμναζόταν εντατικά. Αναφέρεται απώλεια βάρους περί των 20 κιλών από 2μήνου και 45 κιλών από 2ετίας (BMI:16,04kg/m2).

Αποτελέσματα: Πέραν της καχεξίας, ο ασθενής εμφάνιζε βραδυκαρδία (50-55 σφ/λ) και υπόταση (ΣΑΠ:85-95mmHg). Προς διερεύνηση των 4ψήφιων επιπέδων αμινοτρανσφερασών, εστάλη εκτεταμένος εργαστηριακός και απεικονιστικός έλεγχος, που δεν ανέδειξε κάποια κλασική αιτία ηπατοπάθειας. Η διενέργεια υπερήχου καρδιάς ανέδειξε κλάσμα εξώθησης 55% και φυσιολογική συσπαστικότητα μυοκαρδίου. Ο ασθενής σιτίστηκε κατά τη νοσηλεία, με παράλληλη βελτίωση της ηπατικής βιοχημείας, ενώ εκτιμήθηκε από διατροφολόγο και ψυχίατρο και έλαβε σαφείς οδηγίες για περαιτέρω παρακολούθηση (BMI εξόδου:16,87kg/m2). Ο ασθενής επανήλθε ένα μήνα αργότερα με εκ νέου άνοδο των αμινοτρανσφερασών (AST/ALT: 1670/1980U/L). Επιπλέον διαπιστώθηκε περαιτέρω απώλεια βάρους (BMI:13,70kg/m2), υπογλυκαιμία, υποϊνωδογοναιμία και παράταση INR, μη ανταποκρινόμενη στην χορήγηση βιταμίνης Κ. Επιπλέον, ο ασθενής παρουσίαζε υπόταση (ΣΑΠ:75-80mmHg), βραδυκαρδία (37-50 σφ/λ), ψυχρό δέρμα, κριγμό κατά την ψηλάφηση του τραχήλου και του θώρακα και οιδήματα κάτω άκρων. Ο απεικονιστικός έλεγχος ανέδειξε παρουσία πνευμομεσοθωρακίου και υποδόριου εμφυσήματος (πιθανώς οφειλόμενα σε προηγηθέν επεισόδιο εμέτου ή βήχα), καθώς και μικρή ασκιτική συλλογή. Η διενέργεια νέου υπερήχου καρδιάς ανέδειξε επηρεασμένο κλάσμα εξώθησης (35-40%) και μικρή περικαρδιακή συλλογή. Ο ασθενής τέθηκε σε monitoring, ενώ διενεργήθηκαν τακτικές διαιτολογικές και ψυχιατρικές εκτιμήσεις. Λίγες ημέρες αργότερα, ενώ ο ασθενής επανασιτιζόταν με σταδιακή αύξηση της θερμιδικής πρόσληψης, διενεργήθηκε επαναληπτικός υπέρηχος καρδιάς, που ήταν σαφώς βελτιωμένος (κλάσμα εξώθησης 50-55%). Ταυτόχρονα, το πνευμομεσοθωράκιο προοδευτικά υποχώρησε και η διαταραχή της ηπατικής λειτουργίας και η υπογλυκαιμία αποκαταστάθηκαν, παράλληλα με την προοδευτική άνοδο του BMI του ασθενούς. Δεν διενεργήθηκε βιοψία ήπατος λόγω της συνολικής κλινικοεργαστηριακής βελτίωσης του ασθενούς και ο ασθενής παραπέμφθηκε για περαιτέρω νοσηλεία σε ψυχιατρική κλινική.

Συμπεράσματα: Η ασιτία θεωρείται ότι προκαλεί ηπατική δυσλειτουργία με τον μηχανισμό της «αυτοφαγίας». Η καρδιακή ανεπάρκεια αποδίδεται κυρίως στην ατροφία του καρδιακού μυ, ενώ η βραδυκαρδία στην αυξημένη παρασυμπαθητικοτονική δραστηριότητα. Η ηπατική και η καρδιακή δυσλειτουργία είναι αναστρέψιμες με τη σωστή επανασίτιση. Λόγω της δυνητικής προσβολής πολλαπλών συστημάτων στη νευρογενή ανορεξια, είναι αναγκαία η διεπιστημονική συνεργασία για τη σωστή διάγνωση, διαχείριση και θεραπευτική προσέγγιση τέτοιων ασθενών.

Abstract ID
EP33

Συγγραφέας