Εισαγωγή: Οι βιολογικοί παράγοντες χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά στη θεραπεία των ασθενών με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου (ΙΦΝΕ).
Σκοπός: Να μελετηθεί η μακροχρόνια επίπτωση, οι αιτίες, και τα κλινικά χαρακτηριστικά διαταραχών της ηπατικής βιοχημείας σε ΙΦΝΕ ασθενείς που λαμβάνουν βιολογικό παράγοντα.
Μέθοδοι: Τα δεδομένα μακροχρόνιας παρακολούθησης ΙΦΝΕ ασθενών πρωτοθεραπευόμενων με βιολογικό παράγοντα, χωρίς προηγούμενο ιστορικό ηπατοπάθειας, μελετήθηκαν αναδρομικά. Η αθροιστική πιθανότητα εμφάνισης διαταραχής της ηπατικής βιοχημείας μελετήθηκε με ανάλυση καμπύλης Kaplan-Meier.
Αποτελέσματα: Συμπεριελήφθησαν 120 ασθενείς (58.3% άνδρες, 56.7% Ν. Crohn, μέση ηλικία 43.5±14.7 έτη): 85 (70.8%) έλαβαν infliximab, 33 (27.5%) vedolizumab και 2 (1.7%) ustekinumab. Έπειτα από ενδιάμεσο διάστημα παρακολούθησης 28.7 μηνών (εύρος: 0.56-99), 20 (16.7%) εμφάνισαν διαταραχή της ηπατικής βιοχημείας. Η αθροιστική πιθανότητα εμφάνισης διαταραχής της ηπατικής βιοχημείας στους 12, 36 και 60 μήνες παρακολούθησης ήταν 9.1%, 15.6% και 17.8%, αντίστοιχα. Η διαταραχή ήταν ηπατοκυτταρικού τύπου (R-value >5) στο 75% και στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων ήταν ήπια (ALT < 3 x Α.Φ.Τ.). Συχνότερες αιτίες ήταν η φαρμακευτική ηπατοτοξικότητα (7/20, 35%), η μη-αλκοολική λίπωση του ήπατος (5/20, 25%) και η πρωτοπαθής σκληρυντική χολαγγειΐτιδα (2/20, 10%). Συνολικά 4/7 περιπτώσεις ηπατοτοξικότητας αποδόθηκαν σε βιολογικό παράγοντα. Όλες αφορούσαν σε ασθενείς που ελάμβαναν infliximab με ηπατοκυτταρικού τύπου διαταραχή της βιοχημείας, εκ των οποίων 2/4 είχαν θετικά αντιπυρηνικά (ΑΝΑ) αντισώματα. Σε όλες τις περιπτώσεις έγινε διακοπή του infliximab, ενώ σε έναν ΑΝΑ(+) ασθενή με εμμένουσα τρανσαμινασαιμία έγινε έναρξη στεροειδών κατόπιν βιοψίας ήπατος με ευρήματα συμβατά με αυτοάνοση ηπατίτιδα. Σε 2/4 ασθενείς έγινε αλλαγή σε άλλο βιολογικό παράγοντα (1 adalimumab, 1 ustekinumab) χωρίς υποτροπή της ηπατοπάθειας.
Συμπεράσματα: Η εμφάνιση διαταραχής της ηπατικής βιοχημείας είναι αρκετά συχνή σε ΙΦΝΕ ασθενείς που λαμβάνουν βιολογικό παράγοντα (πενταετής επίπτωση 18% περίπου), με την φαρμακευτική ηπατοτοξικότητα να αποτελεί την πιο κοινή αιτία (35% του συνόλου των περιπτώσεων). Ηπατοτοξικότητα αποδιδόμενη στο infliximab εμφανίζεται στο 4-5% των ασθενών που λαμβάνει μακροχρονίως αυτό το βιολογικό παράγοντα. Ωστόσο, η πρόγνωση σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ευνοϊκή.