Εισαγωγή: Η ευρεία χρήση φυτικών και διατροφικών σκευασμάτων στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου έχει συσχετιστεί με την εμφάνιση ηπατοτοξικότητας. Η εχινάτσεια (echinacea) είναι ένα ιθαγενές φυτό της Βορείου Αμερικής. Από το ρίζωμα και τη ρίζα του φυτού παράγονται συμπληρώματα, υγρά εκχυλίσματα και τσάι που χρησιμοποιούνται για την αναφερόμενη ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος και κυρίως για την καταπολέμηση του κοινού κρυολογήματος. Οι αναφορές στη βιβλιογραφία για τη συσχέτιση της χρήσης εχινάτσεια με την εμφάνιση ηπατοτοξικότητας, είναι περιορισμένες.

Σκοπός και μέθοδοι: Παρουσιάζουμε την περίπτωση μιας 42χρονης καυκάσιας γυναίκας, με ελεύθερο ατομικό αναμνηστικόπου προσήλθε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών αιτιώμενη άτυπο κοιλιακό άλγος, αδυναμία και καταβολή από εβδομάδος καθώς και υπέρχρωση ούρων από διημέρου. Δεν ανέφερε ναυτία, εμέτους, διάρροιες, εξάνθημα, μυαλγίες, αρθραλγίες. Δεν είχε ταξιδέψει το τελευταίο έτος και δεν λάμβανε οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή ή άλλη ουσία. Ανέφερε μόνο χρήση εχινάτσειας προ μηνός λόγω συμπτωμάτων κοινού κρυολογήματος. Κατά την κλινική εξέταση παρουσίαζε δεκατική πυρετική κίνηση (37.4°C), ήπιο άλγος επιγαστρίου, χωρίς άλλα παθολογικά ευρήματα. Από τον εργαστηριακό έλεγχο σημειώνονται: WBC=7600 Κ/μL, Hb=14.7g/dL, PLTs=272.000 Κ/μL, CRP=11 mg/L, AST=521 U/L, ALT=1038 U/L, γ-GT=327 U/L, ALP=210 U/L, t-bil=2.92 mg/dL, d-bil=1.64 mg/dL, INR=1.33, fib=202 mg/dL.

Αποτελέσματα: Τα επίπεδα παρακεταμόλης ήταν μη ανιχνεύσιμα, ο ορολογικός έλεγχος για HAV, HBV, HCV, HEV, EBV, CMV, Coxsackie, Echo, HSV1/2 ήταν αρνητικός και η σερουλοπλασμίνη φυσιολογική, ενώ οφθαλμολογικός έλεγχος δεν ανέδειξε δακτύλιο Kayser-Fleischer. Στον ανοσολογικό έλεγχο ανευρέθησαν θετικά ΑΝΑ: 1/320 και αρνητικά ASMA, LKM1, anti-SLA/LP, anti-LC1, AMA. Τα επίπεδα IgG ήταν εντός φυσιολογικών ορίων (1430 g/dL). Σημειώνονται επίσης θετικά anti-TPO, χωρίς διαταραχή των θυρεοειδικών ορμονών και αυξημένες τιμές φερριτίνης (8550 ng/mL). Το υπερηχογράφημα άνω κοιλίας δενανέδειξε παθολογικά ευρήματα. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας η ασθενής παρουσίασε σταδιακή επιδείνωση της κλινικής και εργαστηριακής της εικόνας με περαιτέρω αύξηση των ηπατικών ενζύμων και της χολερυθρίνης (AST=1099 U/L, ALT=1319U/L, γ-GT=237 U/L, ALP=184 U/L, t-bil=18 mg/dL, d-bil=16.5 mg/dL), καθώς και παράταση του INR=1.64. Οι μέγιστες τιμές παρατηρήθηκαν κατά την 12η ημέρα νοσηλείας.

Διενεργήθηκε βιοψία ήπατος με ανεύρεση μέτριου έως εστιακά πυκνού, χρόνιου κυρίως φλεγμονώδους διηθήματος με παρουσία και πολλών ηωσινοφίλων. Το διήθημα εντοπίστηκε πυλαία, περιπυλαία και ενδολοβιακά. Παρατηρήθηκε γενικότερη διατήρηση της δοκιδώδους αρχιτεκτονικής διάταξης των ηπατοκυττάρων, χωρίς ουσιώδη αύξηση του ινώδους συνδετικού ιστού πέριξ των πυλαίων διαστημάτων. Τα ιστοπαθολογικά ευρήματα θεωρήθηκαν ενδεικτικά επίδρασης φαρμακευτικού/ τοξικού παράγοντα, χωρίς όμως να μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο αυτοάνοσης ηπατίτιδας.

Λόγω της ταχείας επιδείνωσης αποφασίστηκε η χορήγηση κορτικοστεροειδών (50mg πρεδνιζόνης/ημέρα) με άμεση μείωσητου INR και σταδιακή βελτίωση των υπόλοιπων εργαστηριακών παραμέτρων. Δεδομένης της άριστης ανταπόκρισης, η δόση των κορτικοστεροειδών μειώθηκε ταχέως, υπό στενή κλινική και εργαστηριακή παρακολούθηση. 1 μήνα μετά την έναρξη τηςαγωγής, σε δόση πρεδνιζόνης 10mg/ημέρα, η ασθενής παρουσίαζε τις ακόλουθες τιμές: AST=26 U/L, ALT=40 U/L, γ-GT=113U/L, ALP=56 U/L, t-bil=1.19 mg/dL, INR=1.00.

Συμπέρασμα: Πρόκειται για μια κλινική περίπτωση αυτοάνοσης ηπατίτιδας προκαλούμενης από τη λήψη εχινάτσειας. Το περιστατικό αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη ενδελεχούς διερεύνησης του ιστορικού σχετικά με τη λήψη φυτικών και διατροφικών συμπληρωμάτων ως πιθανά αίτια εμφάνισης ηπατικής βλάβης.

Abstract ID
AA-045

Συγγραφέας